- ηοίη
- ἠοίηἠοΐη , ἠοῖοςin or of the morning: fem nom /voc sg (epic ionic )ἠοί̱η , ἠοῖοςin or of the morning: fem nom /voc sg (epic ionic )
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
ἠοίη — ἠοΐη , ἠοῖος in or of the morning fem nom/voc sg (epic ionic) ἠοί̱η , ἠοῖος in or of the morning fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ηοίος — ἠοῑος, α και η, ον, ιων,. τ. ἠόϊος, δωρ. τ. ἀοῑος (Α) 1. εώος, πρωινός («ἠοῑος ἀστήρ» το άστρο τής αυγής, ο αυγερινός 2. αυτός που βρίσκεται στην ανατολή ή κατοικεί στις ανατολικές περιοχές (α. «ἠὲ προς ἠοίων ἤ ἑσπερίων ἀνθρώπων», Ομ. Οδ. β.… … Dictionary of Greek